Οι στολές των παιδιών ήταν απλές. Φορούσαν παλιά ρούχα του παππού και της γιαγιάς ανάποδα, σκέπαζαν το πρόσωπό τους μ' ένα τσεμπέρι, έπαιρναν μια κουδούνα ή μια βέργα και λύρα μαζί τους και γυρνούσαν στους δρόμους και στα σπίτια του χωριού χορεύοντας, τραγουδώντας και φωνάζοντας.
Πήγαιναν από σπίτι σε σπίτι. Εκεί χόρευαν με τη λύρα χωρίς να μιλάνε και οι νοικοκυραίοι προσπαθούσαν να τους αναγνωρίσουν. Αν δεν τους αναγνώριζαν έφευγαν γι' άλλο σπίτι, ενώ αν αναγνώριζαν κάποιον φανερώνονταν και οι υπόλοιποι. Φεύγοντας τους έδιναν από μια καραμέλα και αυτή ήταν η χαρά των παιδιών.
Αφού γύριζαν όλα τα σπίτια του χωριού πήγαιναν στο σπίτι της γιαγιάς και του παππού και ζητούσαν συγχώρεση γιατί την επόμενη μέρα ξεκινούσε η νηστεία της Μεγάλης Σαρακοστής.
Τι ήταν τα εμπονέστια;
Η ποντιακή έκφραση Εμπονέστα προέρχεται από την έκφραση «από την νηστεία» και ήταν η ονομασία της αποκριάς στον Πόντο.
Οι νέοι την τελευταία εβδομάδα της αποκριάς γλεντούσαν πίνοντας και τρώγοντας πλουσιοπάροχα. Μασκαρεύονταν και τριγυρνούσαν στα σπίτια της πόλης τους ή του χωριού τους. Έθιμο διαφόρων περιοχών του Πόντου ήταν να μασκαρεύονται με φουστανέλα και περικεφαλαία του Μ. Αλεξάνδρου. Περίπου 60 μασκαρεμένοι πάνω στ' άλογα μιμούνταν την «πορεία του Μ. Αλεξάνδρου». Έθιμο που αναβιώνει από ορισμένους ποντιακούς συλλόγους ακόμα και σήμερα.
Τα περισσεύματα της αποκριάς δίνονταν σε φτωχές τουρκάλες που γύριζαν από το πρωί στις ελληνικές συνοικίες με αυτό τον σκοπό δηλαδή την συλλογή των υπολειμμάτων των τροφών. Η χαρακτηριστική έκφραση που απηύθυναν οι τουρκάλες μόλις αντίκριζαν μια ελληνίδα νοικοκυρά: «Κόγκσου, αρτούχ 'μαρτούχ γιόκμου;» Δηλαδή: Γειτόνισσα, περισσεύματα, ξεπερισσεύματα δεν έχει; Και οι ελληνίδες σχολίαζαν μεταξύ τους: Οσήμερον οι τουρξάδες α έχ' νε μπαϊράμ. Δηλαδή: Σήμερα οι τουρκάλες θα έχουν Πάσχα.
Μόνοι όσοι είχαν ξενυχτήσει και γλεντήσει μέχρι πρωίας είχαν δικαίωμα να φάνε τα περισσεύματα της προηγούμενης αλλά και αυτοί ακόμα το έχαναν εάν δεν ξυπνούσαν στην ώρα τους.
Το βράδυ της αποκριάς ξημερώματα της Καθαρής Δευτέρας σφράγιζαν το στόμα τους για την περίοδο της νηστείας τρώγοντας ένα αυγό και λέγοντας: Με τ' ωβόν εβούλωσά το, με τ' ωβόν θ' ανοίγ' ατο. Σε ελεύθερη μετάφραση το πρώτο φαγώσιμο που θα έτρωγε μετά το τέλος της νηστείας αργά το Μεγάλο Σάββατο ήταν το κόκκινο αυγό.
Οι Πόντιοι ήταν πολύ αυστηροί με την νηστεία. Ακόμη και η μύτη αν άνοιγε ενός παιδιού, του έλεγαν να φτύσει το αίμα και να μην το καταπιεί για να μην καταλύσει τη νηστεία.
Πρέπει να σημειώσουμε εδώ ότι σε αρκετά μέρη του Πόντου όλοι την ημέρα δεν έτρωγαν και δεν έπιναν τίποτα και μόνο το βράδυ έτρωγαν τελείως λιτά και κυρίως δίχως σταγόνα λιπαρή ουσίας κρέατος και γαλακτοκομικών.
πηγή: http://www.pontos-news.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου